- υποφρυγιστι
- ὑποφρυγιστίὑπο-φρῠγιστίadv. муз. гипофригийски, на полуфригийский лад
(ᾄδειν Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ᾄδειν Arst.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
υποφρυγιστί — Α επίρρ. κατά τον υποφρύγιο τρόπο («ἡ ὑποφρυγιστὶ ἁρμονία ἐνθουσιαστικὴ καὶ βακχική, σεμνὸν ἔχει τὸ ἦθος», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑποφρύγιος + επιρρμ. κατάλ. ιστί (πρβλ. ἑλλην ιστί)] … Dictionary of Greek